Αναρτήσεις

Εγώ δεν έχω έπιπλα, είμαι περαστικός...

Εικόνα
Μια παλιά ιστορία λέει ότι, τον περασμένο αιώνα ένας καμηλιέρης έμπορος ξεκίνησε για το Κάϊρο, με σκοπό να επισκεφτεί έναν ξακουστό σοφό γέροντα. Τελικά, συναντήθηκε με τον σοφό γέροντα, αφού χρειάστηκε να κάνει ένα μακρινό ταξίδι, διασχίζοντας ένα μεγάλο κομμάτι της ερήμου. Ξαφνιάστηκε όμως όταν είδε ότι ο γέροντας ζούσε σε μία σκηνή, με μοναδικά έπιπλα ένα στρώμα πάνω στήν άμμο, ένα σοφρά, δύο σκαμνιά και πολλά βιβλία. Γύρισε τότε προς τον σοφό γέροντα και γεμάτος απορία τον ρώτησε: -Πού είναι τα έπιπλά σου; Ο γέροντας κοίταξε τον καμηλιέρη και του απάντησε με μία ερώτηση: -Τα δικά σου που είναι; -Μα εγώ δεν έχω, είμαι περαστικός.. -Και εγώ περαστικός είμαι!

Αιώνια βασιλεία εδώ, αιώνια βασιλεία εκεί, ενώ ο κόσμος έχει τόσα προβλήματα.

Εικόνα
Φοιτητής: Εσείς οι Χριστιανοί αδιαφορείτε λίγο-πολύ για τα προβλήματα αυτής της ζωής. Συνέχεια μιλάτε για την αιώνια βασιλεία. Αιώνια βασιλεία εδώ, αιώνια βασιλεία εκεί, ενώ ο κόσμος έχει τόσα προβλήματα. Ο γέροντας τον κοίταξε με το διαπεραστικό του βλέμμα και είπε: Γέροντας: Παιδί μου, για να μη μιλάμε αφηρημένα, για πες μου ένα πρόβλημα αυτής της ζωής, για το οποίο δεν έχει δώσει απάντηση η Εκκλησία του Χριστού; Φοιτητής: Ναι να σας πω. Η φτώχεια. Εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο πεινούν, είναι γυμνοί κι εσείς τους μιλάτε για τη αιώνια βασιλεία. Λες και μπορεί κανείς να χορτάσει ή να ντυθεί με την αιώνια βασιλεία. Γέροντας: Καλό μου παιδί, και σ' αυτό έχει απαντήσει η Εκκλησία. Αν οι άνθρωποι τηρούσαν τις εντολές της «ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι» (Λουκ. 3, 11) και «εάν μη περισσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των γραμματέων και φαρισαίων, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών» (Ματθ. 5, 20), δεν θα μιλούσαμε αυτή τη στιγμή για φτώχεια! Φαντάσου ότι η δικαιοσύν

Το βάρος της προσευχής της άρρωστης κόρης

Εικόνα
Μια φτωχή και πολύτεκνη μητέρα πήγε στο παντοπωλείο ν’ αγοράσει, με πίστωση, τρόφιμα για τα Χριστούγεννα. Ο παντοπώλης τη ρώτησε πόσα χρήματα είχε μαζί της, κι εκείνη του απήντησε ότι ο σύζυγός της και ο γιος της σκοτώθηκαν στον πόλεμο, έχει πέντε παιδάκια και χωρίς κανένα πόρο ζωής. «Ειλικρινά, το μόνο που έχω τυχαίως αυτή τη στιγμή μαζί μου, είναι ένα χαρτάκι στο οποίο έγραψε η άρρωστη κόρη μου μια προσευχή…». Ο παντοπώλης, ψυχρός και αδιάφορος, της είπε ότι εδώ είναι παντοπωλείο και όχι φιλανθρωπικό κατάστημα. Πειράζοντας τη γυναίκα και αστειευόμενος πήρε το χαρτάκι και το έβαλε στο ένα μάτι της ζυγαριάς, λέγοντας ειρωνικά και αλαζονικά: – Να δούμε πόσα τρόφιμα ζυγίζει η προσευχή της κορούλας σου... Τοποθέτησε στο άλλο «μάτι» της ζυγαριάς μια φέτα ψωμί, αλλά δεν υποχωρούσε και δεν κατέβαινε. Εν συνεχεία μισό ψωμί, ένα ψωμί, δύο, τρία, πέντε και άλλα τρόφιμα πιο βαριά, και υπερνικούσε πάντοτε το βάρος του χαρτιού… Ανησύχησε ο παντοπώλης, για την ιδιαίτερη βαρύτητα του χαρτ

Ο χρυσοχόος και ο πατρίκιος

Εικόνα
Υπήρχε κάποιος χρυσοχόος πολύ ευφυής και άριστος τεχνίτης, προς τον οποίο ήλθε κάποιος πατρίκιος, δηλαδή ευγενής, και παράγγειλε να του κατασκευάσει ένα σταυρό με πολύτιμους λίθους, για να τον προσφέρει στον ναό. Αφού έλαβε, λοιπόν, χρυσάφι αντί για χρήματα, σκέφτηκε και είπε στον εαυτό του ότι, αφού ο άρχοντας προσφέρει τόσα χρήματα στον ναό, γιατί να μην προσφέρει και ο ίδιος κάτι για δικό του όφελος, όπως η χήρα τα δύο λεπτά. Έτσι υπολόγισε την τιμή της εργασίας του, η οποία άρμοζε, την πρόσθεσε και με τον σταυρό και τον τελείωσε. Όταν ήλθε ο πατρίκιος και ζύγισε το χρυσάφι, προτού τοποθετηθούν οι πολύτιμοι λίθοι, το βρήκε περισσότερο απ’ όσο είχε δοθεί. Όταν άρχισε να τον ελέγχει με απειλές, μήπως έκανε δόλο και πρόσθεσε μέταλλα με το χρυσάφι που του έδωσε, ο νέος του είπε: «Ο Θεός που γνωρίζει τα ενδόμυχα της ψυχής, γνωρίζει ότι δόλο δεν έκανα, αλλά βλέποντας ότι εσύ προσφέρεις τόσα χρήματα στον Χριστό, σκέφτηκα να προσφέρω και εγώ τον μισθό του κόπου μου, ώστε να έχω και

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης - Άγια ψυχή της μακαρίτισσας κάνε τη δέησή σου για τον σκοπό μου

Εικόνα
Όταν οι Τούρκοι θέλησαν να ξεπαστρέψουν την κλεφτουριά του Μωριά, o Θοδωρής Κολοκοτρώνης έπρεπε να φύγει από τον γλυκό του τόπο. Μαζί με την γυναίκα του, Κατερίνα Καρούτσου και την υπόλοιπη φαμελιά του ο θρυλικός ήδη και επικηρυγμένος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης διαφεύγει στη Ζάκυνθο. Κατετάγη στον βρετανικό στρατό και έλαβε τον βαθμό του ταγματάρχη. Με την Αικατερίνη απέκτησε τρεις γιους και δύο θυγατέρες και ζούσαν ήσυχα στα Επτάνησα. Όμως η οικογένειά του ήταν οικογένεια του βουνού και του όπλου, ήταν οικογένεια του Μωριά. Η ψυχή και το φρόνημά του είναι έτοιμα από καιρό. Ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης μυείται στην Φιλική Εταιρεία, συντονίζει την κλεφταρματωλική δράση και στις αρχές καλοκαιριού του 1820 παρουσιάζει στον Ιωάννη Καποδίστρια το πλήρες στρατιωτικό του σχέδιο. Και ενώ ο Γέρος του Μωριά, στα πενήντα του χρόνια με εφηβικό ενθουσιασμό ετοιμάζεται για την επιστροφή του στα πάτρια εδάφη, ένα βαρύ μοιρολόι αντηχεί στο σπιτικό του. Μετά από τριάντα ένα χρόνια έγγαμου βίου, η πολυαγαπημένη το

Το θαύμα με τον τρίχρονο Χριστό

Εικόνα
Κάποια κόρη, ενάρετη και ευλαβής, είχε πολύ πόθο να δει τον Κύριο παιδί τριών χρόνων, όπως Αυτός ήταν κατά σάρκα, όταν άρχισε να μιλάει. Προσευχήθηκε, λοιπόν, πολλές φορές στον Κύριο γι’ αυτό το θέμα. Τελικά, την άκουσε ο Πανοικτίρμων και Πολυέλεος Χριστός. Μια μέρα πήγε στην εκκλησία να λειτουργηθεί· και όταν τελείωσε η Λειτουργία και έφυγε όλος ο λαός, έμεινε αυτή και προσευχόταν προς την Παναγία με ευλάβεια και κατάνυξη μέχρι την ώρα του γεύματος, όπως είχε πάντοτε συνήθεια να κάνει, λέγοντας τον «Αρχαγγελικό Χαιρετισμό» το: «Θεοτόκε Παρθένε») και όσα άλλα ήξερε, μελετώντας του Κυρίου τα θεία Μυστήρια, δηλαδή τη Σάρκωση, το Πάθος και την Ανάσταση. Καθώς, λοιπόν, στεκόταν σε αυτή τη θεία μελέτη και την ουράνια θεωρία, είδε εκεί ένα παιδί περίπου τριών χρόνων που περιφερόταν γύρω από την αγία Τράπεζα, το οποίο έδειχνε πολύ όμορφο και ενδοξότατο. Και αυτή, επειδή νόμιζε ότι ήταν το παιδί κάποιου άρχοντα που το άφησαν εκεί από απροσεξία, το πήρε και έπαιζε μαζί του και το καταφ

Γιαγιά που πας;

Εικόνα
- Γιαγιά πού πας; - Στην εκκλησία παιδάκι μ' να μεταλάβω! - Γιαγιά απαγορεύεται, θα σε γράψω και θα πληρώσεις 150€ πρόστιμο. - Παιδάκι μ' καλό εγώ 88 χρόνια τώρα ό,τι έχω αποκτήσει και ό,τι έχω φάει είναι του Θεού! Και να με γράψεις θα σε πληρώσω, γιατί και τα χρήματα που θα σου δώκω πάλι του Θεού είναι! Άντε καλό μου παιδί, πάνε στην ευχή του Θεού, και της Παναγιάς, να πάω και εγώ να μεταλάβω, και θα σου δώκω και τα στοιχεία μ να με γράψεις (Αληθινό περιστατικό) Πηγή: Πηγή